γάιδαρος

γάιδαρος
Θηλαστικό της τάξης των περιττοδακτύλων. Η επιστημονική ονομασία του είναι όνος. Ο κατοικίδιος γ., που τον χρησιμοποιούν από την αρχαιότητα αφρικανικοί, ασιατικοί και ευρωπαϊκοί λαοί ως ζώο φορτίου, έλξης και ιππασίας, προέρχεται από τον άγριο γ. των στεπικών περιοχών της Αφρικής ύστερα από διασταυρώσεις με μερικά ασιατικά είδη. Έχει χαρακτηριστικά μεγάλο κεφάλι με μεγάλα και ίσια αφτιά· το τρίχωμά του ποικίλλει: είναι γενικά σκούρο στο πάνω μέρος και υπόλευκο στην κοιλιά. Ο γ. προτιμά θερμές περιοχές. Τρέφεται με όλα τα φυτά, ακόμα και με αγκάθια. Από τις διάφορες ράτσες γ. γνωστότερες είναι της Καταλονίας (Ισπανία), του Πουασί (Γαλλία), της Τουρκίας και της Ελλάδας. Από τη διασταύρωση γ. με φοράδα προέρχεται ο κυρίως ημίονος (μουλάρι)· από τη διασταύρωση αλόγου με θηλυκό γ. προέρχεται επίσης ημίονος (γαϊδουρομούλαρο). Από τα πανάρχαια χρόνια ο γ. θεωρήθηκε σύμβολο της βλακείας, επαινούσαν όμως και τη λιτότητά του. Αναφέρεται επίσης πολύ σε παραδόσεις, μύθους, παροιμίες, αλλά και σε λογοτεχνικά έργα, όπως Ο γάιδαρος του Βίκτορ Ουγκό. Ο γάιδαρος είναι διαδεδομένος στις περιοχές της Μεσογείου από τα πανάρχαια χρόνια.
* * *
και γάδαρος, ο (θηλ. γαϊδούρα και γαδούρα και γαϊδάρα, η και ουδ. γαϊδούρι και γαδούρι και γαϊδάρι, το) (Μ γαϊδάριον και γαϊδούριον και γαϊδούριν, το)
κοινή ονομασία του κατοικίδιου υποείδους και των άγριων ειδών που ανήκουν στο γένος equus
νεοελλ.
1. (για ανθρώπους) αγενής, αφιλότιμος, ανάγωγος
2. φρ. α) «κατά φωνή κι ο γάιδαρος» — για τους εμφανιζόμενους τη στιγμή ακριβώς που γίνεται λόγος γι' αυτούς
β) «όπου δεν μπορεί να ξεθυμάνει στον γάιδαρο ξεθυμαίνει στο σαμάρι» — γι' αυτούς που εκδικούνται σε βάρος ανίσχυρων αθώων
γ) «είπ' ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα» — γι' αυτούς που αποδίδουν σε άλλους ελαττώματα που έχουν οι ίδιοι σε πολύ μεγάλο βαθμό
δ) «κάποιου χάριζαν γάιδαρο και τον κοίταζε στα δόντια» — για πολύ απαιτητικούς
ε) «έδεσε τον γάιδαρό του» — εξασφαλίστηκε ή εξασφάλισε τα προς το ζην
στ) «δεν ξέρει να μοιράσει δυο γαϊδάρων άχυρα» — για άνθρωπο ανόητο και ανίκανο να κάνει κάτι
ζ) «δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα» — για ανθρώπους που φιλονικούν σε χώρο που δεν τους ανήκει ή για θέμα που δεν τους αφορά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. γάιδαρος < μσν. γαϊδάριον. Η λ. γαϊδάριον είναι πιθ. σημιτικής προελεύσεως και μάλιστα αραβική, προερχόμενη από ένα αφηρημένο ουσ. που σημαίνει «αδικία, σκληρότητα, βαναυσότητα κ.λπ. Είναι δυνατόν η λ. να μη δήλωνε αρχικά το ίδιο το ζώο, αλλά κάποια ιδιότητά του ή τόπο προελεύσεώς του ή ακόμη και το φορτίο. Παλαιότερα είχε υποστηριχθεί η σχέση της λ. με το ουσ. γάδος* «μπακαλιάρος», λόγω φωνητικής αλλά και σημασιολογικής ομοιότητας, επειδή η λ. γάδος είχε ερμηνευθεί ως όνος. Όμως η υπόθεση αυτή έχει για πολλούς λόγους καταρριφθεί, είναι δε συχνό το φαινόμενο της ονομασίας των ζώων της θάλασσας με ονόματα ζώων της ξηράς. Η λ. όνος που διατηρήθηκε και στη νέα Ελληνική είναι συχνότατη σε παροιμίες των αρχαίων και εκτός από το θηλαστικό και το ψάρι δηλώνει και αρκετά άλλα πράγματα. Το νεοελλ. γαϊδούρι < μσν. γαϊδάριον ή κατ' άλλους γαϊδούρι < (καρ)γαδούρι < (βενετ.) cargatore «γομάρι».
ΠΑΡ. νεοελλ. γαϊδουράκι, γαϊδουράς, γαϊδουρήσιος, γαϊδουριά, γαϊδουριάρης, γαϊδουρίζω, γαϊδουρινός, γαϊδουροσύνη.
ΣΥΝΘ. μσν.-νεοελλ. γα(ϊ)δουρολάτης
νεοελλ.
γαϊδουραγγουριά, γαϊδουράγκαθο, γαϊδουράνθρωπος, γαϊδουρόβηχας, γαϊδουρογουστέρα, γαϊδουρογυρεύω, γαϊδουρογυρίζω, γαϊδουροδένω, γαϊδουροκαβάλα, γαϊδουροκαθίζω, γαϊδουροκαλόκαιρο, γαϊδουροκέφαλος, γαϊδουρόκομπος, γαϊδουροκυλίστρα, γαϊδουρομούλαρο, γαϊδουροπόδαρο, γαϊδουροφέρνω, γαϊδουροφωνάρα, γαϊδουρόψωρα).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γάιδαρος — ο 1. το θηλαστικό κατοικίδιο ζώο όνος. 2. μτφ., άνθρωπος που δεν έχει τρόπους, αγενής, άξεστος, αναίσθητος: Ο γάιδαρος ούτε με χαιρέτησε. 3. φρ., «Έδεσε το γάιδαρό του», εξασφαλίστηκε· «Σκάει γάιδαρο», εξαντλεί την υπομονή των άλλων. 4. παροιμ.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἐλάκτισεν ὁ γαίδαρος καὶ δέρουσι τὸ σάγμα. — ἐλάκτισεν ὁ γαίδαρος καὶ δέρουσι τὸ σάγμα. См. Не по коню, так по оглоблям …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • βασταγός — και βασταός και βαστάος, ο 1. ο γάιδαρος 2. τοίχος που συγκρατεί το χώμα επικλινούς αγρού 3. όριο αγρού 4. πληθ. οι όρχεις. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. βασταγός < (ρ) βαστάζω (πρβλ. αρμεγός < αρμέγω, φευγός < φεύγω κ.ά.). Ο τονισμός πιθ. κατά τα… …   Dictionary of Greek

  • μουλάρι — Γενική ονομασία των ζώων που προέρχονται από διασταύρωση αλόγου και θηλυκού γαϊδάρου (γαϊδουρομούλαρο) ή γαϊδάρου και φοράδας (μουλάρι). Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται το καθεαυτό μ., το γνωστό με την επιστημονική ονομασία ημίονος ο γνήσιος,… …   Dictionary of Greek

  • Liste der Dodekanes-Inseln —  Karte mit allen Koordinaten: OSM, Google oder …   Deutsch Wikipedia

  • γάδος — ο (Α γάδος) ο μπακαλιάρος. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η ομοιότητα της λ. γάδος με τα γάδαρος, γαϊδάριον, γάιδαρος είναι συμπτωματική και η υποστηριχθείσα ετυμολογική τους σύνδεση δεν έχει ισχυρή βάση. Το ότι το είδος αυτό του ψαριού ονομάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • δένω — (AM δῶ, έω Μ και δέννω) Ι. συγκρατώ κάτι τυλίγοντάς το με σκοινί, κλωστή, σύρμα κ.λπ. («τόν έδεσαν χειροπόδαρα» «δήσαντες νηλέϊ δεσμῷ» αφού τόν έδεσαν με άλυτα δεσμά) 2. δένω κάτι από σταθερό σημείο, προσδένω κάτι σε κάτι άλλο («έδεσε τ άλογο… …   Dictionary of Greek

  • Speak of the Devil — is an idiom or phrase used in both written and spoken English. It is used when an object of discussion (normally a person) unexpectedly becomes present during the conversation. For example, if Alice and Bob start discussing Charlie while he isn t …   Wikipedia

  • Pot calling the kettle black — The phrase Pot calling the kettle black is an idiom, used to accuse another speaker of hypocrisy, in that the speaker disparages the subject for a fault or negative behavior that could equally be applied to him or her, though there is an… …   Wikipedia

  • Im Anfang war das Wort — Epsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”